Η Καρδίτσα στα πρώτα ελλαδικά της βήματα:
 
 
 
 
Η Καρδίτσα και η ευρύτερη περιοχή της, η Θεσσαλία ακολούθησαν τη διόλου αυτονόητη πορεία του ελληνικού κράτους στο αποκαλυπτικό χρονικό διάστημα από το 1897 εως το 1940. Πρόκειται για έτη "μεστής" ιστορικότητας, για δεκαετίες αλλαγών, πολιτικών ανατροπών, ραγδαίων εξελίξεων και κοινωνικών ανακατατάξεων. Με έναν απλό λόγο, θα λέγαμε πως οι Καρδιτσιώτες μετείχαν ανελλιπώς στους αγώνες του έθνους από το 1897 και το 1922. Η παραπάνω διαπίστωση όμως εμπεριέχει μέρος μόνο της βιοτής των ανθρώπων κα ιτων συλλογικών τους αναπαραστάσεων στον καρδιτσιώτικο κάμπο και τα Άγραφε. Έτσι η ευκρινέστερη αποτίμηση όλων των ιστορικών πηγών θα οδηγούσε σε διαφωτιστική συνεκτίμηση όλων των οδών μέσω των οποίων οι εκάστοτε Καρδιτσιώτες στάθηκαν κοινωνοί της ενσυναίσθησης στον ενεστώτα χρόνο τους.
Η συμπόρευση αυτή της Καρδίτσας με την Ελλάδα συνδέθηκε τόσο με τα στρατιωτικά δρώμενα των παιδιών της, από τους φαντάρους της Μεραρχίας Θεσσαλών έως τον Μαύρο Καβαλλάρη, όσο και με τους κοινωνικούς αγώνες του αγροτικού κινήματος και τις απαλλοτριώσεις των τσιφλικιών, με μορφές όπως ο Δημήτρης Μπούσδρας, ο Κωνσταντίνος Παπακυρίτσης, ο Λαμπρος Καταφυγιώτης ή ο Αθανάσιος Θανόπουλος. Την ίδια εποχή η Παλαιά Ελλάδα και οι Νέες Χώρες βιώνουντους οικονομοικούς μετασχηματισμούς του - δυτικού κυρίως - βιομηχανικού αιώνα ως απόηχο μόνο της δεύτερης βιομηχανικής επανάστασης. Λιγότερο έντονα από άλλες περιοχές η Καρδίτσα συμμετέχει στη βιοτεχνική παραγωγή και επωφελείται από την εξέλιξη των υποδομών κυρίως σε ότι αφορά τις συγκοινωνίες. Δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι με Βασιλικό Διάταγμα, ήδη από το Σεπτέμβριο του 1881, εγκρίθηκε η αρχική κατασκευή της σιδηροδρομικής γραμμής που θα συνέδεε τη Λάρισα με το Βόλο, ενώ λίγο αργότερα, επί πρωθυπουργίας Χαριλάου Τρικούπη, κυρώθηκαν συμπληρωματικές συμβάσεις οι οποίες περιλάμβαναν επέκταση της χάραξης στην Καρδίτσα, στα Τρίκαλα και στην Καλαμπάκα (Ιούνιος 1882). Το τμήμα της διαδρομής Σοφάδων - Καρδίτσας λειτούργησε τον Ιούνιο του 1885, ενώ εκείνο ανάμεσα στην Καλαμπάκα και την Καρδίτσα ακριβώς έναν χρόνο μετά. Σημειωτέον πως εργολήπτης ήταν ο Θεόδωρος Μαυρογορδάτος από την Κωνσταντινούπολη, τραπεζίτης, επιχειρηματίας και αγοραστής τσιφλικιών στην περιοχή της Καρδίτσας, με μηχανικούς τον Εβαρίστο Ντε Κίρικο (πατέρα του μεγάλου ζωγράφου και γλύπτη Τζόρτζιο Ντε Κίρικο, ο οποίοςγεννήθηκε το 1888 στο Βόλο) και τον Βέλγο Αρμάν Εννεμπέρ. Μεγάλο μέρος του εξειδικευμένου εργατικού δυναμικού ήταν λεβαντίνοι και κάτοικοι της Μικράς Ασίας οι οποίοι είχαν ήδη εργαστεί σε αντίστοιχα σιδηροδρομικά έργα στην οθωμανική επικράτεια. Οι Καρδιτσιώτες όπως και άλλοι Θεσσαλοί δυσφόρησαν και αντέδρασαν τόσο για την αναδιαμόρφωση των τσιφλικιών, μη θέλοντας "να καθίστανται Έλληνες δουλοπάροικοι εις αδελφούς Έλληνας" όσο και για το γεγονός της μαζικής εισροής ξένων εργατών, οι οποίοι σύμφωνα και με τα γραφόμενα στον τύπο της εποχής, αφιαρούσαν τη δουλειά από τους ντόπιους.
 
Την αύρα ακριβώς της εποχής, το ιστορικό και κοινωνικό πλαίσιο εκείνων των πρώτων δεκαετιών της ενσωμάτωσης στην Παλαιά Ελλάδα, αποδίδει με όρους εθνογραφικής παρατήρησης ο συγγραφέας Ζήσης Σκάρος στο μυθιστορηματικό του τρίπτυχο "Οι ρίζες του ποταμού" αποκρυπτογραφείται ο χώρος της Δυτικής Θεσσαλίας, η γέννηση και η εξέλιξη της πόλης της Καρδίτσας στα τέλη του 19ου αιώνα. Σκιαγραφούνται τα γεγονότα, τα τοπία, η προφορική παράδοση, εκεί όπου, στο μέσο της Θεσσαλικής πεδιάδας στέκει αυτή η πόλη στην ύπαιθρο, με όλες τις όψεις της ανθρωπογεωγραφίας της, τα ορεινά Άγραφα, τα τσιφλίκια και τους εξεγερμένους κολίγους, τη λάσπη, την ελονοσία, την οικιστική πραγματικότητα του κάμπου "μια λίμνη από λασποχώρια και ταπεινά πλίθινα κτίσματα, ανάμεσα σ᾽αυτά η Καρδίτσα, με τους μιναρέδες από τα τζαμιά, με τα κονάκια και τους πύργους των αρχόντων". Αυτή η πόλη με την αγορά της, μοχλό και κινητήρια δύναμη της μετέπειτα ανάπτυξης, φέρεται να έχει πυρήνα το σταθμό των κερατζήδων, Αγραφιωτών και καλλιεργητών από τα πεδινά. Στο ίδιο κείμενο συζητείται επίσης το ακανθώδες και άλυτο ζήτημα των τσιφλικιών, γεγονός που με την πάροδο του χρόνου γίνεται συνείδηση και στον υπό διαμόρφωση αστικό πληθυσμό της Καρδίτσας, με κομβικό συμβαντολογικά σημείο την αγροτική εξέγερση του Κιλελέρ το 1910.
 
Την ίδια εποχή, η Καρδίτσα αποκτά πιο συγκεκριμένα αστικά πολιτισμικά χαρακτηριστικά καθώς ιδρύονται αντίστοιχα σωματεία, αυξάνονται τα καφενεία, ενώ εκτός από τον μπερντέ του Καραγκιόζη δημιουργείται στην πόλη η πρώτη φιλαρμονική. Ταυτόχρονα ο οικισμός της εξορθολογίζεται, καθώς έχει ήδη σχεδιαστεί πολεοδομικά (1884), αρχής γενομένης από την περιοχή της ελληνικής συνοικίας (το Βαρούσι), βελτιώνοντας τη χωροθέτηση των βασικών υπηρεσιών της πόλης με διοικητικές, οικιστικές, εμπορικές και συμβολικές λειτουργίες αλλά και τις εν δυνάμει αντίστοιχες υποδομές. Όπως και αλλού επιβάλλεται η "εθνικοποίηση" του αστικού αρχιτεκτονικού τοπίου και η όποια οθωμανική κληρονομιά απαλείφεται κάπου μεταξύ Α᾽Παγκοσμίου πολέμου και μικρασιατικής εκστρατείας. Ενώ οι ελάχιστοι εναπομείναντες μουσουλμάνοι εγκατέλειπαν τους οικισμούς της Καρδίτσας, στην ίδια την πόλη έως το 1920 κατεδαφίστηκαν τα περισσότερα κτίρια της οθωμανικής περιόδου, το κεντρικό τζαμί στην αγορά, το χάνι του Ρουστέμ Πασά, το χαμάμ ακόμη και το μουσουλμανικό νεκροταφείο. Βέβαια τα μονοπάτια της μνήμης στην προφορκή παράδοση δεν απαλείφουν τόσο απότομα τον απόηχο του παρελθόντος. Παρά την ενίσχυση των αστικοποιημένων χαρακτηριστικών της Καρδίτσας και τον διαφαινόμενο ίσως μητροπολιτισμό της έναντι των άλλων δήμων και οικισμών της περιοχής ο γεωργικός χαρακτήρας της πόλη παρέμεινε έντονος, μια και η αγροτική συνοικία των Καμινάδων αποτέλεσε -όχι τυχαία- το επίκεντρο των κινητοποιήσεων του Γεωργικού Πεδινού Συνδέσμου Καρδίτσης το 1909. Η παρατεταμένη κρίση η οποία μάστιζε τον κόσμο των αγροτών (στάσιμες χαμηλές αποδόσεις, ανταγωνισμός με το φθηνότερο ρωσικό σιτάρι και δυσβάστακτη φορολογία) αποτυπώθηκε στο μεγάλο αγροτικό συλλαλητήριο που πραγματοποιήθηκε στην Καρδίτσα τον Νοέμβριο του 1909 στον απόηχο της δολοφονίας του Βενιζέλου έξω από τους Σοφάδες κατά την επίσκεψή του στη Θεσσαλία και βεβαίως κατά τη σημαίνουσα εκλογική επικράτηση των "αγροτικών" το 1910, λίγο μετά το κίνημα στο Γουδί. Βέβαια, τότε -πρώτη φορά- η Βουλή αναγνώρισε επίσημα την ορθότητα της επικείμενης αναγκαστικής απαλλοτρίωσης των τσιφλικιών ως μόνης λύσης στο αγροτικό ζήτημα και προοπτικής για τον τόπο, χωρίς απαραίτητα την άμεση εισαγωγή εισαγωγή νέων καλλιεργειών.